Η πολιτική υποκρισία και πώς την εντοπίζουμε
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το ψέμα είναι ένα εγγενές στοιχείο της ζωής στις ανθρώπινες κοινωνίες και, ως εκ τούτου, αναπόσπαστο κομμάτι και της πολιτικής ζωής. Οι πολιτικοί λένε ψέματα όπως οι άνθρωποι λένε ψέματα, ψέματα διαφόρων ειδών και μεγεθών, για μια ποικιλία αιτιών και σκοπιμοτήτων. Από τις απλές κενές υποσχέσεις («θα σας χτίσουμε μια γέφυρα») μέχρι τις κωλοτούμπες, τις ιδεολογικές παλινωδίες και την ανακολουθία λόγων και πράξεων, τα ψέματα των πολιτικών προσώπων καλύπτουν μια μεγάλη γκάμα υποκρισίας.
Τις τελευταίες ημέρες είχαμε την ευκαιρία να δούμε μερικά αξιομνημόνευτα επεισόδια στο έργο της εγχώριας πολιτικής σκηνής, η πλοκή των οποίων ξεχείλιζε, έσταζε υποκρισία. Είδαμε την κυβέρνηση να φέρνει ένα δαιδαλώδες νομοσχέδιο με αμφιλεγόμενες και ετερόκλητες ρυθμίσεις στη Βουλή ως κατεπείγον, μια αντιπολίτευση να θυμάται ξαφνικά ότι δεν συμπαθεί τον υπουργό Οικονομίας (ο οποίος δεν ήταν εισηγητής του), μια passive aggressive παράσταση επιχειρημάτων εκατέρωθεν με λεονταρισμούς και θεαματικές εξόδους στο Κοινοβούλιο και, αμέσως μετά, πριν προλάβουμε να βαρεθούμε, τη δημοσίευση κρυφά -άρα παράνομα- τραβηγμένου βίντεο με τον γενικό γραμματέα της κυβέρνησης να εξομολογείται θεσμικές και νομικές εκτροπές τερατώδεις σε υπόδικο νεοναζί βουλευτή υπό το βλέμμα μισής ντουζίνας εικόνων της Παναγίτσας.
Πολύ συναρπαστικά επεισόδια και καλή αφορμή να συζητήσουμε το θέμα της υποκρισίας στην πολιτική.
Για παράδειγμα:
Μπορείς να είσαι αριστερός πολιτικός και να στέλνεις το παιδί σου σε ιδιωτικό παιδικό σταθμό; Μπορείς να είσαι γενική γραμματέας Κομμουνιστικού Κόμματος και να κραδαίνεις iPhone; Μπορείς να είσαι βουλευτής της Αριστεράς και ταυτόχρονα τραπεζικός υπάλληλος που έχει λάβει golden parachute ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ; Μπορείς ως εισηγητής του νόμου περί ευθύνης υπουργών να υψώνεις την παντιέρα της νομιμότητας και της δικαιοσύνης; Μπορείς ως κομμουνίστρια να ζεις στην Εκάλη; Μπορείς να είσαι ο πλουσιότερος βουλευτής και να υποστηρίζεις την επιστροφή στη δραχμή; Μπορείς να ανάγεις την υλοποίηση των Μνημονίων σε έργο ζωής, την ώρα που ήσουν ο πρώτος και πιο φωνακλάς αντιμνημονιακός;
Και βέβαια μπορείς. Ολα αυτά γίνονται.
Αλλά πού είναι τα όρια; Πότε τα ψέματα και οι ανακολουθίες, η εγγενής υποκρισία στον καθένα, γίνεται υπερβολική; Μέχρι πού είναι άκακη;
Ο καθηγητής του Κέιμπριτζ, Ντέιβιντ Ράνσιμαν, έχει γράψει ένα βιβλίο για το θέμα που λέγεται «Political Hypocrisy», και εξετάζει τις γνώμες ανθρώπων που έχουν γράψει για το θέμα, από τον Χομπς μέχρι τον Οργουελ. Οι βασικές θέσεις του Ράνσιμαν, τις οποίες αναζητεί και μέσα από τα γραπτά των προγενέστερων, είναι πως η υποκρισία είναι στοιχείο αναπόφευκτο της πολιτικής, πως είναι τόσο εκτεταμένη και συνήθης, που δεν έχει καν νόημα να συνεχίσουμε να την καταγγέλλουμε ως αναφανδόν αρνητικό φαινόμενο. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχουν πολλά είδη υποκρισίας, ξεκάθαρα διακριτά μεταξύ τους. Ο Ράνσιμαν υποστηρίζει πως πρέπει να διακρίνουμε αυτά που είναι άκακα και να επικεντρώνουμε την κριτική μας στα υπόλοιπα.
Η «υποκρισία» και ετυμολογικά παραπέμπει σε μια παράσταση, ένα θέατρο. Στη ζωή, στα social media, στη Βουλή, κανένας ποτέ δεν είναι πραγματικά αληθινός, όλοι υποδύονται αυτόν που θα ήθελαν να είναι. Η θεατρικότητα γίνεται προφανής σε όποιον παρακολουθεί συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου - είναι κανονικό θέατρο. Με παρλάτες, μονολόγους, κινησιολογία, λεονταρισμούς, συμβολισμούς, απ’ όλα έχει. Οι βουλευτές δεν συνομιλούν - απαγγέλλουν, γνωρίζοντας καλά ότι τους κοιτάζουν οι συνάδελφοί τους και, κυρίως, οι κάμερες. Και μάλιστα το δικό μας Κοινοβούλιο είναι και πιο ήπιο θέαμα από άλλα, κάτι αγγλοσαξονικά που φωνάζουνε «hear hear» ή κάτι της Απω Ανατολής όπου παίζουν μπουνιές. Αλλά πώς μπορούμε να διακρίνουμε την επικίνδυνη από την άκακη υποκρισία; Είναι ίδια η υποκρισία του Αλέξη Τσίπρα που στέλνει το παιδί του στο ιδιωτικό σχολείο με την υποκρισία του Μπαλτάκου που ραδιουργεί ανάμεσα στα σταυροκοπήματα στην Παναγίτσα;
Είναι δύσκολο το ερώτημα, και το βιβλίο του Ράνσιμαν δεν βοηθάει. Νομίζω, όμως, ότι πάντα ένας καλός, αν και κάπως πιο γενικός μπούσουλας είναι ο εξής: Μακριά από δόγματα.
Είναι αναμενόμενο ότι οι μεγαλύτερες αποθήκες υποκρισίας είναι εκείνοι οι κοινωνικοί και πολιτικοί θύλακες όπου εμφανίζονται οι μεγαλύτερες ιδεολογικές αγκυλώσεις. Οσο πιο δογματικά είναι περιγεγραμμένος ο κόσμος-στόχος (η βασιλεία των ουρανών, η σοσιαλιστική ουτοπία) τόσο πιο δύσκολο είναι για τους πιστούς του δόγματος να ζήσουν στον πολύ διαφορετικό πραγματικό κόσμο χωρίς συμβιβασμούς, χωρίς υποκρισία. Το μεγαλύτερο ποσοστό πορνογραφίας στις ΗΠΑ καταναλώνεται στις συντηρητικές πολιτείες του χριστιανικού Νότου, ας πούμε, κι αντίστοιχα φαινόμενα είναι αναμενόμενα στη θεοσεβούμενη Δεξιά και τη δογματική Αριστερά της δικιάς μας πολιτικής σκηνής. Μπορεί να μην μπορούμε να διακρίνουμε ποιες υποκρισίες εκεί μέσα είναι οι άκακες και ποιες οι επικίνδυνες, αλλά τουλάχιστον ξέρουμε και περιμένουμε ότι στα άκρα η υποκρισία ευδοκιμεί εξ ορισμού. Και ως εκ τούτου, να πάρουμε τα μέτρα μας.
Τις τελευταίες ημέρες είχαμε την ευκαιρία να δούμε μερικά αξιομνημόνευτα επεισόδια στο έργο της εγχώριας πολιτικής σκηνής, η πλοκή των οποίων ξεχείλιζε, έσταζε υποκρισία. Είδαμε την κυβέρνηση να φέρνει ένα δαιδαλώδες νομοσχέδιο με αμφιλεγόμενες και ετερόκλητες ρυθμίσεις στη Βουλή ως κατεπείγον, μια αντιπολίτευση να θυμάται ξαφνικά ότι δεν συμπαθεί τον υπουργό Οικονομίας (ο οποίος δεν ήταν εισηγητής του), μια passive aggressive παράσταση επιχειρημάτων εκατέρωθεν με λεονταρισμούς και θεαματικές εξόδους στο Κοινοβούλιο και, αμέσως μετά, πριν προλάβουμε να βαρεθούμε, τη δημοσίευση κρυφά -άρα παράνομα- τραβηγμένου βίντεο με τον γενικό γραμματέα της κυβέρνησης να εξομολογείται θεσμικές και νομικές εκτροπές τερατώδεις σε υπόδικο νεοναζί βουλευτή υπό το βλέμμα μισής ντουζίνας εικόνων της Παναγίτσας.
Πολύ συναρπαστικά επεισόδια και καλή αφορμή να συζητήσουμε το θέμα της υποκρισίας στην πολιτική.
Για παράδειγμα:
Μπορείς να είσαι αριστερός πολιτικός και να στέλνεις το παιδί σου σε ιδιωτικό παιδικό σταθμό; Μπορείς να είσαι γενική γραμματέας Κομμουνιστικού Κόμματος και να κραδαίνεις iPhone; Μπορείς να είσαι βουλευτής της Αριστεράς και ταυτόχρονα τραπεζικός υπάλληλος που έχει λάβει golden parachute ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ; Μπορείς ως εισηγητής του νόμου περί ευθύνης υπουργών να υψώνεις την παντιέρα της νομιμότητας και της δικαιοσύνης; Μπορείς ως κομμουνίστρια να ζεις στην Εκάλη; Μπορείς να είσαι ο πλουσιότερος βουλευτής και να υποστηρίζεις την επιστροφή στη δραχμή; Μπορείς να ανάγεις την υλοποίηση των Μνημονίων σε έργο ζωής, την ώρα που ήσουν ο πρώτος και πιο φωνακλάς αντιμνημονιακός;
Και βέβαια μπορείς. Ολα αυτά γίνονται.
Αλλά πού είναι τα όρια; Πότε τα ψέματα και οι ανακολουθίες, η εγγενής υποκρισία στον καθένα, γίνεται υπερβολική; Μέχρι πού είναι άκακη;
Ο καθηγητής του Κέιμπριτζ, Ντέιβιντ Ράνσιμαν, έχει γράψει ένα βιβλίο για το θέμα που λέγεται «Political Hypocrisy», και εξετάζει τις γνώμες ανθρώπων που έχουν γράψει για το θέμα, από τον Χομπς μέχρι τον Οργουελ. Οι βασικές θέσεις του Ράνσιμαν, τις οποίες αναζητεί και μέσα από τα γραπτά των προγενέστερων, είναι πως η υποκρισία είναι στοιχείο αναπόφευκτο της πολιτικής, πως είναι τόσο εκτεταμένη και συνήθης, που δεν έχει καν νόημα να συνεχίσουμε να την καταγγέλλουμε ως αναφανδόν αρνητικό φαινόμενο. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχουν πολλά είδη υποκρισίας, ξεκάθαρα διακριτά μεταξύ τους. Ο Ράνσιμαν υποστηρίζει πως πρέπει να διακρίνουμε αυτά που είναι άκακα και να επικεντρώνουμε την κριτική μας στα υπόλοιπα.
Η «υποκρισία» και ετυμολογικά παραπέμπει σε μια παράσταση, ένα θέατρο. Στη ζωή, στα social media, στη Βουλή, κανένας ποτέ δεν είναι πραγματικά αληθινός, όλοι υποδύονται αυτόν που θα ήθελαν να είναι. Η θεατρικότητα γίνεται προφανής σε όποιον παρακολουθεί συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου - είναι κανονικό θέατρο. Με παρλάτες, μονολόγους, κινησιολογία, λεονταρισμούς, συμβολισμούς, απ’ όλα έχει. Οι βουλευτές δεν συνομιλούν - απαγγέλλουν, γνωρίζοντας καλά ότι τους κοιτάζουν οι συνάδελφοί τους και, κυρίως, οι κάμερες. Και μάλιστα το δικό μας Κοινοβούλιο είναι και πιο ήπιο θέαμα από άλλα, κάτι αγγλοσαξονικά που φωνάζουνε «hear hear» ή κάτι της Απω Ανατολής όπου παίζουν μπουνιές. Αλλά πώς μπορούμε να διακρίνουμε την επικίνδυνη από την άκακη υποκρισία; Είναι ίδια η υποκρισία του Αλέξη Τσίπρα που στέλνει το παιδί του στο ιδιωτικό σχολείο με την υποκρισία του Μπαλτάκου που ραδιουργεί ανάμεσα στα σταυροκοπήματα στην Παναγίτσα;
Είναι δύσκολο το ερώτημα, και το βιβλίο του Ράνσιμαν δεν βοηθάει. Νομίζω, όμως, ότι πάντα ένας καλός, αν και κάπως πιο γενικός μπούσουλας είναι ο εξής: Μακριά από δόγματα.
Είναι αναμενόμενο ότι οι μεγαλύτερες αποθήκες υποκρισίας είναι εκείνοι οι κοινωνικοί και πολιτικοί θύλακες όπου εμφανίζονται οι μεγαλύτερες ιδεολογικές αγκυλώσεις. Οσο πιο δογματικά είναι περιγεγραμμένος ο κόσμος-στόχος (η βασιλεία των ουρανών, η σοσιαλιστική ουτοπία) τόσο πιο δύσκολο είναι για τους πιστούς του δόγματος να ζήσουν στον πολύ διαφορετικό πραγματικό κόσμο χωρίς συμβιβασμούς, χωρίς υποκρισία. Το μεγαλύτερο ποσοστό πορνογραφίας στις ΗΠΑ καταναλώνεται στις συντηρητικές πολιτείες του χριστιανικού Νότου, ας πούμε, κι αντίστοιχα φαινόμενα είναι αναμενόμενα στη θεοσεβούμενη Δεξιά και τη δογματική Αριστερά της δικιάς μας πολιτικής σκηνής. Μπορεί να μην μπορούμε να διακρίνουμε ποιες υποκρισίες εκεί μέσα είναι οι άκακες και ποιες οι επικίνδυνες, αλλά τουλάχιστον ξέρουμε και περιμένουμε ότι στα άκρα η υποκρισία ευδοκιμεί εξ ορισμού. Και ως εκ τούτου, να πάρουμε τα μέτρα μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου