Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

Ιωάννης Καποδίστριας – η ελληνική επανάσταση έχει μείνει εκκρεμής…


Οι ένοχοι και το τέλος
Τους πρώτους μήνες του 1831 οι αντιδράσεις είχαν πάρει τη μορφή της θύελλας. Προασθανόταν ότι όδευε προς το τέλος. Όμως δεν υποχωρεί ούτε ένα βήμα από την εκπλήρωση του Χρέους. Η ψυχή του πλημμυρίζει από αγωνία. Όχι για τον εαυτό του. Μα για την Ελλάδα! Για το λαό της! Για τα παιδιά της. Για τα Ελληνόπουλα. Σε πολλές επιστολές αυτής της περιόδου είναι έντονα διάχυτη αυτή η αγωνία. Η αγωνία του Κυβερνήτη.
«Εγώ δε, όταν με υπευθυνότητα θα έχω εκπληρώσει το καθήκον μου…με τις δυνάμεις που μου απομένουν, θα σηκώσω το σταυρό μου…Και θα τον σηκώσω χωρίς κανένα γογγυσμό...» γράφει σ’ ένα ξέσπασμα πόνου στον Eynard. Και στον ίδιο λίγο αργότερα: «Σήμερα είμαστε περικυκλωμένοι από το σκοτάδι και μετράω τις μέρες για να γνωρίσω αν μέλλουμε σαν κράτος να ζήσουμε αύριο!..»
Ό,τι του προκαλεί θανάσιμη αγωνία δεν ο είναι κίνδυνος της ζωής του, που τον διαβλέπει. Όχι! Αγωνιά μήπως το σκοτάδι που τον κυκλώνει απειλητικά, οι άνθρωποι που αγωνίζονταν να σκοτεινιάσουν τον ορίζοντα της Ελλάδας με την «κατάρα του διχασμού», καταστρέψουν ό,τι καλό και δημιουργικό αγωνίστηκε να χτίσει, με το αίμα της καρδιάς του, για τον πολυβασανισμένο τόπο του, τον τόπο του τυραννισμένου ελληνικού λαού.
Σε μια επιστολή του προς τον Γάλλο ναύρχο Lalande, που υπηρετούσε στην Ελλάδα, με  θάρρος θα του αποκαλύψει ότι γνώριζε όλες τις δολοπλοκίες των Άγγλων και των Γάλλων, με τρόπο που καταπλήσσει: «Εγώ δε, και τις δολοπλοκίες όλων σας τις εγνώριζα, αλλά έκρινα ότι δεν έπρεπε με κανένα τρόπο να κόψω το νήμα της συνεργασίας μαζί σας, γιατί έδινα προτεραιότητα στην ανόρθωση και στην ανασυγκρότηση της Ελλάδος. Αν έκοβα τις σχέσεις με τις λεγόμενες «προστάτιδες» Δυνάμεις, τούτο θα ήταν εις βάρος της Ελλάδος και δεν ήθελα με κανένα τρόπο να προσθέσω βάρος και στη συνείδησή μου. Και άφησα τα πράγματα να λαλήσουν μόνα τους. Τώρα λοιπόν έχουν ήδη λαλήσει μεγαλοφώνως – με την αποκάλυψη όλης της σκευωρίας – οπότε επείγει ο καιρός της θεραπείας… Για να εμποδίσουμε τον θάνατο του αρρώστου, της Ελλάδος… Και η θεραπεία πρέπει να ξεκινήσει από το Λονδίνο…προκειμένου να αποδυναμώσουμε την πηγή και την ρίζα του κακού!..»
Και την ίδια ημέρα που έγραψε τη συγκλονιστική αυτή επιστολή στον Γάλλο ναύαρχο, στις 31 Ιουλίου 1831, έγραψε και στον Έλληνα πρίγκηπα Αλέξανδρο Σούτσο στο Παρίσι, – στη μακρότατη επιστολή του, όπου του εκθέτει τις καταχθόνιες ενέργειες των Άγγλων και των Γάλλων – μια αγωνιώδη ακροτελεύτια φράση: «Απέκαμα! Αλλ’ όμως θα παραμείνω στη χαλάστρα, μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής μου και ας κινδυνέυσω να χαθώ…».
Και λίγες ημέρες «προ του τέλους», στις 14 Σεπτεμβρίου, ακριβώς την ημέρα κατά την οποία η ορθόδοξη Εκκλησία τιμά την Ύψωση του Τμίου Σταυρού, έγραψε πάλι στο Σούτσο. Με εθνική αγανάκτηση διαμαρτύρεται και τον ενημερώνει, προκειμένου να προβεί σε σχετικά διαβήματα στη γαλλική κυβέρνηση, για την πρωτοφανή και ανεπίτρεπτη ανάμιξη των Γάλλων και των Άγγλων αξιωματικών στις φοβερές αντικυβερνητκές ενέργειες της Ύδρας , της Μάνης και της Σπάρτης και για την απροκάλυπτη σύμπραξη και τη βοήθειά τους προς τους ταραχοποιούς. Ο γαλλικός στρατός ετοιμαζόταν να καταλάβει πραξικοπηματικά την Καλαμάτα και εμπόδιζε με τα όπλα τα ελληνικά στρατεύματα στην υπεράσπισή της. Και πρόσθετε: «Όλοι οι Έλληνες είναι πεπεισμένοι ότι οι Μανιάτες κινούνται με ξένες προτροπές. Οι Μαυρομιχαλαίοι και οι Υδραίοι που μένουν στην Καλαμάτα είναι σήμερα υπό την σκέπη και την προστασία των γαλλικών στρατευμάτων… Το γεγονός αυτό δεν αποτελεί άραγε σκάνδαλο στο πνεύμα του ελληνικού έθνους, το οποίο τους αποδοκιμάζει, τους πολεμά και τους καταράται, επειδή ταράττουν την εσωτερική ησυχία, την οποία ενθαρρύνουν και παροτρύνουν και οι συμμαχικές Δυνάμεις;»
Έπρεπε ο Σούτσος να προβεί στις σχετικές διπλωματικές ενέργειες το ταχύτερο. Για όσα του έγραφε είχε αποδείξεις, δεν είχε καθόλου απατηθεί στις προβλέψεις που είχε κάνει το Μάιο του 1831, όταν του επεσήμαινε τους κινδύνους που διέτρεχε η Ελλάς «από τις συνωμοτικές ενέργειες Γαλλίας και Αγγλίας». Και κατέληγε: «Σας παραγγέλλω να πληροφορήσετε τους πάντες ότι εγώ με κανένα τρόπο δεν θα αποστώ από την διαγεγραμμένην εθνική πορείαν μου, και ότι δεν θα προδώσω ποτέ κανένα από τα χρέη μου απέναντι στην Πατρίδα μας. Όλα θα τα εκπληρώσω μέχρι την τελαυταία μου στιγμή. Όταν δε, καταλάβω ότι δεν ημπορώ να σώσω τον δυστυχή αυτόν τόπο από τα δεινά του εμφυλίου πολέμου και της αναρχίας – που υποκινούνται από τους ξένους – τότε θα θέσω υπόψιν του ελληνικού Έθνους και όλου του άλλου κόσμου την αληθινή και ειλικρινή ιστορία των γεγονότων και των ανθρώπων και θα αποτραβηχτώ αμέσως, παίρνοντας μαζί μου το μεγαλύτερο αγαθό: συνείδηση καθαρή και ήσυχη!..» Και την ίδια ημέρα έγραφε μια ακόμα επιγραμματική φράση στον Eynard:
«Οι ναύαρχοι και οι πρέσβεις της γαλλίας και της Αγγλίας προσφέρουν ξεχωριστή φιλία στους Υδραίους επαναστάτες, ενώ απαξιούν να στηρίξουν ηθικώς την ελληνική κυβέρνηση… Είναι φανερό ότι τα ελληνικά κινήματα – Μανιατών και Υδραίων – είναι καρποί και αποτέλεσμα των αγώνων ξένων ανθρώπων, που τα δημιούργησαν για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, και εναντίον της Ελλάδος!..»


Κουρασμένος και πικραμένος από το ασήκωτο βάρος τόσων πόνων και μόχθων, στις τελευταίες επιστολές του, πριν από την τραγική πτώση της αυλαίας,, ένιωθε την ανάγκη να ζητά τις προσευχές αγαπημένων προσώπων για να μη λυγίσει. Για να σηκώσει με γενναιότητα το σταυρό του ως την τελευταία στγμή: «Σας παρακαλώ, μη με ξεχνάτε στις προσευχές σας. Να με συντροφεύετε συνέχεια με τις ευλογίες σας…» έγραφε στον ιερέα πατέρα Οικονόμον στην Πετρούπολη…
«Αγαπητή μου Φίλη Ρωξάνδρα, μη με ξεχνάς ποτέ στις προσευχές σου…Τις έχω ανάγκη!… Θέρμαινε και ενίσχυε με αυτές την θέση που κατέχω στη σκέψη σου και στην καρδιά σου!.. Όπως κι εγώ θερμαίνω με τις δικές μου προσευχές τη θέση που κατέχεις και εσύ μέσα στη δική μου σκέψη και στη δική μου καρδιά!.. Αν ημπορούσα να σου ειπώ πόσο θα ήθελα να σε είχα κοντά μου!.. Πόσο νιώθω την απουσία σου, ιδιαίτερα τώρα που με κυκλώνουν τόσες αγωνίες!.. Σε χαιρετώ, αγαπητή μου φίλη. Άραγε πότε θα ξανασυναντηθούμε;..»
Ήταν η τελευταία φράση στο τελευταίο γράμμα του προς Εκείνη. Τη μοναδική γυναίκα που είχε αγαπήσει ως το θάνατό του!


Το πρωί της «αποφράδος εκείνης Κυριακής», της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, ο Κυβερνήτης έφυγε από το «ταπεινόν Κυβερνείον όρθρου βαθέος», στις 6 το πρωί, για να πάει στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο, να παρακολουθήσει τη Θεία Λειτουργία, όπως έκανε πάντοτε και μάλιστα από τότε που ανέλαβε την προεδρία του ελληνικού κράτους.
Πριν από την αναχώρησή του κάθησε στο γραφείο του και έγραψε ιδιοχείρως ένα σύντομο σημείωμα «τω κυρίω Ν.Ν.», που μέχρι σήμερα μας μένει άγνωστος ο παραλήπτης του. Ήταν το τελευταίο σημείωμα ενός Μ ε γ ά λ ο υ, που δε θα έφτανε ποτέ στον προορισμό του. Τον ευχαριστούσε για τον γενναίο χαρακτήρα του «βάλσαμον τούτο εις την ψυχήν μου, την κατά πάσαν στιγμή πικρίας ποτιζομένην», έγραφε. Και έφυγε για να ζητήσει ανακούφιση και παρηγοριά στις πικρίες και στους πόνους και στις απογοητεύσεις από τον ουρανό. Δεν πρόφθασε όμως να την ζητήσει από τη γη, μέσα στη μισοσκότεινη εκκλησία. Θα έβρισκε ανακούφιση κατευθείαν στη χώρα της αιώνιας γαλήνης.
Πριν από την είσοδό του στο ναό συναπαντήθηκε με τον πιο τραγικό θάνατο. Εκεί, στα σκαλοπάτια, σωριάστηκε νεκρός από τα δολοφονικά χτυπήματα – από σφαίρες και μαχαίρι – των δυο Μαυρομιχαλαίων, του Γεωργίου και του Κωνσταντίνου. Τα τελευταία βλέμματα της ζωής του δεν έσβησαν ειρηνικά επάνω στις πράσινες φυλλωσιές της πατρίδας του, της Κέρκυρας. Έσβησαν ματωμένα επάνω στη σπασμένη παραστάδα της πύλης του Αγίου Σπυρίδωνος, στο Ναύπλιο…

(Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο της αειμνήστου καθηγήτριας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημιίου Αθηνών, ιστορικού Ελένης Ε. Κούκκου, Ιωάννης Καποδίστριας – Ρωξάνδρα Στούρτζα. Μια ανεκπλήρωτη αγάπη. Ιστορική Βιογραφία)
Για την αντιγραφή, Γιάννης Φαίλτωρ
(Αιωνία η μνήμη του. Η ελληνική επανάσταση έχει μείνει εκκρεμής…)
This entry was posted in Πρώτη Σελίδα. Bookmark the permalink.

http://www.antinews.gr/2011/09/27/124341/

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ-ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑΝΤΗΔΕΣ ΠΟΥ ΚΑΝΟΥΝ DOLCE VITA ΜΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ!



Μελετώντας κανείς τη ζωή του Καποδίστρια, δηλ. τις πεποιθήσεις, τις ιδέες και τη στάση του απέναντι σε αυτοκράτορες, καγκελάριους, διπλωμάτες, προύχοντες, Φαναριώτες και τόσους άλλους, προβληματίζεται. Προβληματίζεται και διερωτάται από πού αντλούσε την ευθύτητα, την ανδρεία, τη σταθερότητα, τη σωφροσύνη αλλά και τη διορατικότητα για να υψώσει μια φωνή δίκαιη και αληθινή.

«Ας λέγουν και ας γράφουν ό,τι θέλουν. Θά έλθη όμως κάποτε καιρός, ότε οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπον ή έγραψαν περί των πράξεών των, αλλά κατ' αυτήν την μαρτυρίαν των πράξεών των. Υπ' αυτής της πίστεως, ως αξιώματος, δυναμούμενος έζησα μέσα εις τον κόσμον μέχρι τώρα, οπότε ευρίσκομαι εις την δύσιν της ζωής μου, καί υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος δια τούτο. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρών πάντοτε το χρέος μου, ουδόλως φροντίζων περί του εαυτού μου, καί ας γίνη ό,τι γίνη».

Με αυτό ακριβώς το ήθος επέλεξε να υπηρετήσει ως διπλωμάτης στη Ρωσία. Συνειδητοποίησε ότι, η μόνη ελπίδα, για να σωθεί το υπόδουλο γένος, είναι η ομόδοξη Ρωσία και όχι οι υπόλοιπες, Προτεσταντικές και Καθολικές στο θρήσκευμα, Δυνάμεις. Ως διπλωμάτης στην υπηρεσία του Τσάρου δεν απορροφήθηκε από το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Ρωσικής αυλής:


«Είμαι ευχαριστημένος... (γράφει στον πατέρα του) Αντιστάθηκα στις πιό μεγάλες και γοητευτικές προτάσεις ... Έμεινα σταθερός στο να παραιτηθώ από λαμπρές και ανετότατες θέσεις ... προκειμένου να μείνω με όλη μου την καρδιά προσκολλημένος ... σε όσα εγώ πιστεύω ως ιερά καθήκοντα ... Μού προσφέρθηκαν περισσότερες από μιά ωραίες αποκαταστάσεις. Τις αρνήθηκα χωρίς δυσαρέσκειαν. Θα είχα γίνει Κροίσος στα πλούτη, αλλά στους αντίποδες. Θα είχα προχωρήσει κατά χίλια βήματα στην σταδιοδρομία μου, αλλά έξω από τις αρχές μου, από την ατμόσφαιρά μας. Δεν το θέλησα και ούτε θα το θελήσω ποτέ... Ελπίζω στην θεϊκή προστασία ...».

Την ψυχική ανάπαυση και ψυχαγωγία τη βρίσκει αλλού: «Επέρασα την Μεγάλη Εβδομάδα με τον Μητροπολίτην. Καί παρητήθην όλων των οχληρών διπλωματικών γευμάτων. Το αυτό έπραξα και κατά τας δύο πρώτας ημέρας του Πάσχα κατά το εκκλησιαστικόν τυπικόν των οποίων μόνον ηδυνήθην να εκπληρώσω τα θρησκευτικά μου καθήκοντα.» Ανέβηκε τα σκαλιά της διπλωματίας ζώντας πραγματικά μια ζωή ασκητική και δεν έπαυε να διακηρύττει: «Είμαι πεπεισμένος ποτέ να μην εγκαταλείψω τα συμφέροντα της πατρίδας μου. Καμιά θεώρηση των πραγμάτων, οποιαδήποτε κι αν είναι, δεν θα μπορούσε να μ' επηρεάσει να αποστασιοποιηθώ από τα καθήκοντα που μου επιβάλλει η τιμή μου. Τι χρησιμότητα έχει για μένα η υψηλή εύνοια με την οποία με τιμά ο αυτοκράτορας, εφόσον δεν θα είχα τη δυνατότητα να τη χρησιμοποιήσω για να βοηθήσω αυτούς τους ανθρώπους (δηλ. τους συμπατριώτες του), στους οποίους ανήκω ολόψυχα και αποκλειστικά». Ακόμα στον ίδιο τον Τσάρο έλεγε: «Μένω εις τον τόπον μου (το υπουργείο των Εξωτερικών της Ρωσίας) και θέλω μείνει εν όσω θέλω ελπίζει να τους είμαι ωφέλιμος (στους Έλληνες). Οποίαν ημέραν ίδω ότι τα χρέη του υπουργήματός μου είναι ασυμβίβαστα με τα χρέη τα οποία με απαιτεί η πατρίς, πιστεύσατέ με, Κύριέ μου, ότι δεν θέλω αναβάλει ουδεποσώς ν' ακολουθήσω τον δρόμον, τον οποίο πρέπει ν' ακολουθήση πάς τίμιος άνθρωπος».

Δεν δίστασε μάλιστα ν' αποκαλύψει ότι: «... δεν ηθέλησα ποτέ να είμαι υπήκοός Του, αλλά υπηρέτης Του. Είναι διότι μίαν φοράν είπον εις την Α.Μ. ότι δεν θα αντήλλασον τον τάφον μου που έχω εις την Κέρκυραν με οιανδήποτε αποκατάστασιν εν τω κόσμω».

Όταν το 1815 ο Τσάρος του ανακοίνωσε την πρόθεσή του να τον διορίσει Υπουργό των Εξωτερικών, αρχικά δεν δέχτηκε, διότι δεν θα μπορούσε να θυσιάσει τα συμφέροντα της πατρίδας του ευρισκόμενος στην υψηλή αυτή θέση. Απάντησε, λοιπόν, στον Τσάρο:


«Μεγαλειότατε, εντίμως σας δηλώνω ότι οσάκις ευρεθώ προ του τραγικού διλήμματος να υποστηρίξω τα συμφέροντα της σκλαβωμένης πατρίδος μου ή τα συμφέροντα της αχανούς αυτοκρατορίας σας, δεν θα διστάσω ούτε στιγμή: Θα τεθώ με το μέρος της πατρίδος μου ... Θα ήταν εκ μέρους μου αχαριστία, θα παρέβαινα τα καθήκοντά μου προς την γήν που με γέννησε, εάν, προκειμένου να απαλλαγώ από τις πιέσεις που θα μου έκαναν, θεωρούσα τον εαυτό μου ξένον προς την Ελλάδα. Αισθάνομαι όμως τον εαυτό μου ανίκανον για μιά τέτοια θυσία! ... Θα ευρίσκομαι σε συνεχή επικοινωνία μαζί τους, θα τους βοηθώ!...» και «Είμαι Έλλην και θα μείνω Έλλην για πάντα».

Αυτή την εντιμότητα του την αναγνώρισαν μέχρι και οι εχθροί του. Ως πολιτικό αντίπαλο, μπορεί ο Μέττερνιχ να τον πολεμούσε με ασίγαστο μίσος, αλλά ως άνθρωπο τον θαύμαζε: «Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος. Και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας». Πιστός στη ζωή που επέλεξε απομακρύνθηκε εκούσια από τη θέση του Υπουργού των Εξωτερικών όταν κατάλαβε ότι δεν μπορεί να ελπίζει βοήθεια από τον Τσάρο στον αγώνα των Ελλήνων. Αντιτάχθηκε σθεναρά απέναντί του αρνούμενος να εκτελέσει αποφάσεις: «Ναί, βεβαίως το βλέπω, όπως και σείς. Αλλά δεν είμαι εγώ εκείνος που θα τις εκτελέσει!». Έδωσε την παραίτησή του στον Τσάρο «πιστά αφοσιωμένος στην έντιμη μοίρα της πατρίδος του».

Η αυτοκράτειρα μητέρα του Τσάρου Νικολάου, Μαρία Θεοδώρεβνα, τον πίεζε να μην αποδεχθεί την εκλογή του ως Κυβερνήτη της Ελλάδος λέγοντας του: «Στην Ελλάδα θα διακινδυνεύσετε τη ζωή σας». Προφητικά λόγια! Ο Καποδίστριας όμως απάντησε:


«Εάν δεν δεχθώ την εκλογή μου και η Ελλάς γονατίσει, τί θα πούν για μένα; Νά ένας άνθρωπος, που θα μπορούσε να τη σώσει και προτίμησε μιά λαμπρή θέση στη Ρωσία από τη σωτηρία της πατρίδας του και την άφησε να χαθεί. Αφιέρωσα τη νεότητά μου στην υπηρεσία του αείμνηστου μεγαλόψυχου γιού σας. Έτσι μπορώ σήμερα να προσφέρω στην Ελλάδα τη θυσία των γηρατειών μου!..»

Υπερασπίστηκε την απόφασή του απέναντι στον Τσάρο: «Η απόφασή μου είναι αμετάκλητη. Πάνω απ' όλα ανήκω στη χώρα μου. Δεν έχω την ψευδαίσθηση να πιστεύω ότι εγώ μονάχος μπορώ να τη σώσω. Όταν βλέπω όμως σε ποιών ανθρώπων τα χέρια βρίσκεται τώρα η τύχη της, δεν μπορώ να αποκρύψω ότι διαθέτω περισσότερα μέσα απ' αυτούς. Πιστεύετε, μεγαλειότατε, ότι θα εγκατέλειπα μιά τόσο λαμπρή θέση, μιά τόσο ένδοξη υπηρεσία και μιά τέλεια εξασφάλιση στη Ρωσία ... εάν δεν ένιωθα ότι με προστάζει η επιτακτική ανάγκη των περιστάσεων της χώρας μου και η έλλειψη των ανθρώπων... Μην πιστέψετε καθόλου, μεγαλειότατε, ότι πηγαίνω στην Ελλάδα με τη ρωσική λιβρέα στους ώμους μου. Δεν είμαι εγώ εκείνος που θα σας βοηθούσε να στήσετε εκεί τις σημαίες σας και δεν είμαι εγώ εκείνος που θα σας δάνειζε το χέρι του για να επιτευχθεί ένα δεύτερο έγκλημα, σαν εκείνο του διαμελισμού της Πολωνίας!..»

Αρνήθηκε να δεχθεί την αποζημίωση που δικαιούνταν από τον Τσάρο για τις υπηρεσίες του - ισόβια σύνταξη εξήντα χιλιάδων φράγκων - με κριτήριο το συμφέρον της πατρίδας του και όχι το δικό του. Αναγνώριζε ότι το ποσό αυτό θα τον βοηθούσε ν' ανακουφίσει τους δυστυχισμένους Έλληνες, αλλά θα έδινε την ευκαιρία στους αντιπάλους του να τον κατηγορήσουν ότι εξαρτάται οικονομικά από τη Ρωσία.

Ο Καποδίστριας γνώριζε ότι «κάθοδός του εις την Ελλάδα σημαίνει άνοδον εις τον Γολγοθάν», ήρθε όμως έχοντας την πεποίθηση ότι: «Ο Θεός είναι προστάτης μου... και άνευ ταύτης της πίστεως ούτε εμαυτόν θα ηδυνάμην να κατανοήσω, ούτε να ελπίσω τι». Τοποθέτησε υπεράνω του εαυτού του το συμφέρον της πατρίδας: «Ευτυχείς, διότι ηδυνήθημεν να προσφέρωμεν δι' αυτό το τόσον θεάρεστον έργον τα λείψανα της μετρίας κατατάσεώς μας εις το θυσιαστήριον της πατρίδος!» Το μόνο που ζήτησε από τον Μουστοξύδη κατά τον ερχομό του στην Ελλάδα ήταν:«Ελπίζων δε να έχω και μίαν στέγην εις την Ελλάδα, ως αρχηγός της διοικήσεως, καλόν νομίζω το να περιλαμβάνη και εν μικρόν παρεκκλήσιον...»

Στην πατρίδα πλέον και ελεύθερος από κάθε δέσμευση υλοποίησε την ανασύσταση του Ελληνικού κράτους θέτοντας πρώτα-πρώτα τις βασικές αρχές. Πρώτη και κύρια αρχή ήταν να διαφυλαχθεί η πίστη και η ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας διότι: «Οι Έλληνες ... ηνωμένοι δια της εις Χριστόν και εις την Αγίαν του Εκκλησίαν σταθεράς πίστεώς των ... υποστάντες την οθωμανικήν δυναστείαν, υπό μόνην την σκέπην της Εκκλησίας των διεσώθησαν. Άμα δε τώ ανεγερθήναι εις σώμα Έθνους, οι αυτών αντιπρόσωποι ανεκήρυξαν την Ελληνικήν θρησκείαν, θρησκείαν της επικρατείας, ... » και δεύτερο να διασωθεί η ταυτότητα του Έθνους η οποία «... σύγκειται εκ των ανθρώπων, οίτινες από της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν ομολογούντες την Ορθόδοξον Πίστιν και την γλώσσαν των Πατέρων αυτών λαλούντες, και διέμειναν υπό την πνευματικήν ή κοσμικήν δικαιοδοσίαν της Εκκλησίας των, όπου ποτέ της Τουρκίας και αν κατοικώσι».

Η Εκκλησία έσωσε την πατρίδα και η Εκκλησία του Χριστού θα αποτελέσει τη «σωτηρία του Έθνους, το λίκνο του μέλλοντος». Για να γίνει αυτό εφικτό, ο Καποδίστριας οργάνωσε συστηματικά και γρήγορα την παιδεία. «Αποτελεί θεία τιμή το να αναθρέψει κάποιος Ελληνόπαιδες, με τις γνώσεις της ιεράς μας θρησκείας, να τους εκπαιδεύσει στην πάτριον γλώσσα και να τους προπαρασκευάσει για ανώτερες πανεπιστημιακές σπουδές».

Με την οργάνωση της παιδείας προσπάθησε τα παιδιά να σπουδάσουν στην πατρίδα τους διότι: «Τα παιδιά μας, ούτως εκείσε κείμενα, οποίας και άν απολαμβάνουν φροντίδος παρά των φιλανθρώπων προστατών, κινδυνεύουν όμως να εκστραφούν της οικείας φύσεως, χάνοντα βαθμηδόν και την αίσθησιν των θρησκευτικών χρεών των, και την χρήσιν της γλώσσης των, και την μνήμην των εφεστίων και ιδιογενών ηθών». Και αλλού: « Χωρίς να γνωρίζουν καλά την Γερμανικήν και την Ελληνικήν, χωρίς να έχουν μίαν κάποιαν ηλικίαν εις την οποίαν ημπορεί κανείς να στερηθή την εκκλησίαν χωρίς να χάση την θρησκείαν του, δεν θα συνεβούλευα ποτέ να τοποθετηθούν εις έν Ινστιτούτον όπου ασκείται η θρησκεία των Διαμαρτυρομένων».

Πίστευε στην αξία της εκπαίδευσης βάσει όμως αξιών και χρηστών ηθών. Εφόσον λοιπόν ο λαός θα μορφωθεί με τις αξίες του Ευαγγελίου κατόπιν θα ιδρυθή η Ελλάς.

Χαρακτηριστικά είναι όσα ανέφερε για την οριοθέτηση του Ελληνικού κράτους τον Οκτώβριο του 1828 σε υπόμνημά του προς τους αντιπροσώπους των τριών Δυνάμεων στη συνδιάσκεψη του Πόρου: «Περί δε των νήσων, εκ τε της ιστορίας και εκ των μνημείων και εκ των λοιπών πάντων μαρτυρείται ομοίως ότι και η Κύπρος και η Ρόδος και πολλαί άλλαι νήσοι, αποσπάσματα εισί της Ελλάδος».

Ο Καποδίστριας δεν αγκιστρώθηκε στην εξουσία και δεν θέλησε να κυβερνήσει για πάντα την Ελλάδα ακόμα και όταν του δόθηκε η ευκαιρία. Όταν «Οι δ' επιζώντες ενθυμούνται ότι, ότε η παρά της εν Άργει Εθνοσυνελεύσεως σταλείσα επιτροπή ίνα υποβάλη αυτώ το εξ εκατόν πεντήκοντα χιλιάδων φοινίκων ψήφισμα είπεν ότι το έθνος ην έτοιμον να ονομάση και ηγεμόνα τον Κυβερνήτην, εκείνος προέτεινεν ως άλλος Φερεκύδης την δεξιάν, υπονοών ότι ο ηγεμών έπρεπε να κατάγεται εξ αίματος βασιλικού και να μη έχη τας χείρας τραχείας ως αυτός ένεκα της πολλής εργασίας». Πίστευε ότι το συμφέρον της Ελλάδος ήταν να έχει ηγεμόνα από βασιλική γενιά ώστε οι Μεγάλες Δυνάμεις να αναγνώριζαν πιο εύκολα την ανεξαρτησία της.

Επίσης, ήταν αντίθετος στην ιδέα ότι, για να κυβερνήσει, έπρεπε να στηριχθεί στα όπλα. «... Δεν φρονώ ότι η νέα ελληνική κυβέρνησις πρέπει να έλθη εις την Ελλάδα επί κεφαλής λόχων και πυροβόλων. Τούτο είναι έξω των δυνάμεών μου, αλλά και αν ηδυνάμην, δεν θα ηρχόμην τοιουτοτρόπως».

Αυτή ήταν η ευγενική ψυχή του Καποδίστρια ο οποίος προέτασσε των πάντων το συμφέρον της πατρίδας την οποία υπηρέτησε χωρίς ουδόλως να τη ζημιώσει. Η προσωπική του ζωή ήταν πρότυπο ήθους και χριστιανικών αρχών. Έλληνες από τη Μαριανούπολη, θέλοντας να τον ευχαριστήσουν για τη βοήθειά του προς την κοινότητά τους, του έδωσαν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Αρνήθηκε να το δεχθεί και για να μην τους προσβάλλει τους είπε: «... δέχομαι το δώρο σας. Αλλά με τον όρο να καταθέσετε αυτά τα χρήματα σε Τράπεζα και με τους τόκους να προσλάβετε Έλληνα διδάσκαλο για να σας διδάσκει τη μητρική σας γλώσσα. Γιατί αποτελεί εντροπή, όντας Έλληνες στην καταγωγή, στο φρόνημα και στη θρησκεία, να αγνοείτε την ευγενέστερη και πλουσιότερη γλώσσα του κόσμου, που την διδάσκονται τόσοι άλλοι αλλοεθνείς ...».

Προσωπικά για τον εαυτό του δεν δέχθηκε ούτε τα αυτονόητα. Αρνήθηκε το επιμίσθιο που του αναλογούσε ως αρχηγός κράτους και το οποίο εγκρίθηκε δύο φορές από τη Βουλή των Ελλήνων και τη Γερουσία.

«Διά τον αυτόν τούτον λόγον θέλομεν αποφύγει και ήδη το να δεχθώμεν την προσδιοριζομένην ποσότητα διά τα έξοδα του αρχηγού της επικρατείας, απεχόμενοι, εν όσω τα ιδιαίτερά μας χρηματικά μέσα μας εξαρκούσιν, από του να εγγίσωμεν μέχρι και οβολού τα δημόσια χρήματα προς ιδίαν ημών χρήσιν. Οψέποτε δε βιασθώμεν εις τούτο, εξαντληθέντων διόλου των ιδιαιτέρων ημών πόρων, τότε θέλομεν καταφύγει εις το δημόσιον ταμείον, πλην μόνον δια τα έξοδα, όσα απαιτεί η εκτέλεσις των καθηκόντων μας».

Αυτός που είχε ζήσει στα παλάτια του Τσάρου, αυτός που ως Υπουργός Εξωτερικών του Τσάρου είχε επηρεάσει ουσιαστικά την εξέλιξη της Ευρώπης, ζούσε φτωχικά.


Χαρακτηριστικό παράδειγμα της λιτής του ζωής αποτέλεσε το περιστατικό που αναφέρει η βαρώνη Charlotte de Sor και συνέβη όταν ο Καποδίστριας ήταν στη Γενεύη: «Μιά ημέρα, στη διάρκεια μιάς εγκάρδιας συνομιλίας, μου είπε με εκείνη την αξιολάτρευτη απλότητα που τον διέκρινε: 'Εκπλήττεσθε γιατί έχω διαλέξει αυτά τα δύο πενιχρά δωμάτια στο σπίτι της κυρίας Lamotte ... Μα ο λόγος είναι ότι μου στοιχίζουν μονάχα 30 φράγκα το μήνα και ασφαλώς δεν ξέρετε ότι για τη συντήρηση και των δύο μας (και του υπηρέτη του) δεν πρέπει να ξεπεράσουμε το ποσόν των 6 φράγκων την ημέρα.' Χονδρά δάκρυα ύγραναν τα μάτια μου και του έσφιξα το χέρι με συγκίνηση: 'Είσθε αξιοθαύμαστος', του είπα βαθιά συγκλονισμένη.

'Μα όχι, κυρία μου, απλώς είμαι συνεπής προς τον εαυτό μου! Αυτό είναι όλο. Όταν όλα τα διαβήματα και οι ενέργειές μου, όλες οι γραπτές μου εκκλήσεις ζητούν από τις γενναιόδωρες ψυχές ψωμί και ενδύματα για τους συμπατριώτες μου, όταν, αφού χτύπησα τις πόρτες των παλατιών των πλουσίων, χτύπησα μετά και τις πόρτες των καλυβών των φτωχών, για να συλλέξω τον οβολό του φτωχού, πρέπει να ημπορώ να τους λέω με παρρησία: Έδωσα τα πάντα πριν ζητήσω και τη δική σας βοήθεια για τους αδελφούς μου'.

 
Και πραγματικά είχε δώσει τα πάντα. Είχε γενναιόδωρα δαπανήσει όλη την αξιόλογη περιουσία του για να υπερασπιστεί την πατρίδα του και δεν κράτησε για τον εαυτό του παρά τα απολύτως αναγκαία για την επιβίωσή του».

Δεν δίστασε να υποθηκεύσει ολόκληρη τη μεγάλη ακίνητη πατρική περιουσία του στην Κέρκυρα, να δαπανήσει όλα τα χρήματά του για να στηρίξει το νεοσυσταθέν κράτος, να ζήσει ο ίδιος με τρόπο λιτό φέρνοντας τον εαυτό του και την υγιεία του στα όρια, όπως αναφέρει και η Γενική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως: «... Ο γιατρός του είπε να βελτιώσει λίγο την τροφή του, ήταν επείγουσα ανάγκη για την υγεία του. Κι εκείνος απήντησε αποφασιστικά: Τότε μονάχα θα βελτιώσω την τροφή μου, όταν θα είμαι βέβαιος ότι δεν υπάρχει ούτε ένα Ελληνόπουλο που να πεινάει ...». Ο δε Μακρυγιάννης γράφει για να δείξει τον τρόπο ζωής του: «Ο Κυβερνήτης έτρωγε επί 4 ημέρες μία κότα».

Δυστυχώς το ήθος και το παράδειγμα του Καποδίστρια δεν μιμήθηκαν οι σύγχρονοι πολιτικοί.

Ο Καποδίστριας εισήλθε στη πολιτική βαθύπλουτος έζησε «κοπιών όλον σχεδόν νυχθημερόν και ελάχιστον αναπαυόμενος» και εξήλθε δολοφονημένος και πάμπτωχος. Εν αντιθέσει, σύγχρονοι πολιτικοί εισήλθαν πάμφτωχοι στη πολιτική, πολιτεύτηκαν άκοπα και άνετα και εξήλθαν πάμπλουτοι.
ΠΗΓΗ.
Τα σχόλια είναι περιττά: Αφιερώνουμε αυτό το κείμενο στους χαραμοφάηδες πολιτικάντηδες του σήμερα, που ενδιαφέρονται μονάχα να συνεχίσουν το φαγοπότι σε βάρος του λαού, ενώ εκείνος "στερείται τα βασικά".

Συμπληρώνουμε πως ο Καποδίστριας ήταν ο μόνος που τόλμησε να ζητήσει την απαγόρευση των μυστικών (ΜΑΣΩΝΙΚΩΝ) εταιρειών, προτρέποντας τους Κρατικούς Υπαλλήλους να υπογράψουν σχετική δήλωση αποκήρυξής τους (ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΕΔΩ)!

Καθόλου τυχαίο λοιπόν που δολοφονήθηκε.
TwitThis 

http://hellas-orthodoxy.blogspot.com/2011/09/dolce-vita.html

"Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" ΕΙΝΑΙ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΕΙΠΕ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΣΤΑ ΣΚΟΠΙΑ ΚΑΙ ΕΔΡΑΙΩΣΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝH ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΚΗ ΥΣΤΕΡΙΑ





Σαν Εθνικό ήρωα τποδέχθηκαν εχθές στα Σκόπια Μέσα και ηγεσία του μορφώματος της Νέας Τάξης. ότι είναι τσακωμένοι αιώνες με την αλήθεια και οι τούρκοι και οι γυφτοσκοπιανοί το γνωρίζουμε όλοι, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να συνεχίζουν την ανθελληνική προπαγάνδα τους. Ο Ερντογάν σε δήλωση του δεν παρέλειψε να σταθεί συμπαραστατης και στο θέμα του ονόματος ξεκαθαρίζοντας βέβαια πως οι γυφτοσκοπιανοί έχουν απόλυτο δίκηο. "Η Ελλάδα έχει όνομα" είπε ο Ερντογάν "και η Μακεδονία επίσης και λέγεται Μακεδονία.  Το να μπαίνεις στη διαδικασία του "Άνω" και του "κάτω", ή το να λές ότι αυτό μου ανήκε στο παρελθόν δεν είναι σωστό. Η «Μακεδονία» έγινε ανεξάρτητη μ' αυτό το όνομα κι αυτό είναι το δικαίωμα όλου του «Μακεδονικού» λαού"

Αυτά είπε ο Ερντογάν που συνεχίζει να προσπαθεί να μας πάρει τις πλάτες στα Βαλκάνια. Άλλωστε είναι πάγια πολιτική και τακτική της τουρκίας. Και δεν το κρύβουν. Στη Νέα Υόρκη ο Ερντογαν όταν είχε πάει για την συνέλευση του ΟΗΕ συμμετείχε σε μιά παράξενη διάσκεψη. Στο τρίτο ετήσιο συνέδριο της Ομοσπονδίας των Βαλκανικών-Αμερικανικων Ενώσεων, κάτι που δημοσιεύει στην Ελλάδα πρώτη φορά ο "Στόχος". Εκεί συμμετείχαν οι πρωθυπουργοί των γυφτοσκοπιανών, του Μαυροβούνιου, της Αλβανίας, τη Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και του Κοσσυφοπέδιου. Ωραία σύνθεση ε; Εκεί ο Ερντογάν που εμφανίστηκε σαν το αφεντικό ξεκαθάρισε πως ό, τι έχει σχέση με τα Βαλκάνια είναι μέσα στο άμεσο ενδιαφέρον της τουρκίας...

Ελάτε όλοι μαζί να τελιώνουμε...

www.stoxos.gr

Η Γερμανία πολώνει το λαό της… Τώρα που ξέρει ότι ΘΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ την Ελλάδα! (αποκλειστικό)

Την Δευτέρα 4/10/2010 δημοσιεύτηκε άρθρο στο  The Christian Science Monitor με τίτλο:
Λίγοι άνθρωποι στη Γερμανία αντιλήφθηκαν την Κυριακή, την τελική καταβολή αποζημιώσεων της χώρας ύψους 94 εκατομμυρίων δολαρίων για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μερικοί ιστορικοί λένε ότι είναι για το καλύτερο.
Της Isabelle de Pommereau, Ανταποκρίτριας / 4 Οκτωβρίου, 2010
Φρανκφούρτη
Για κάποιους ιστορικούς, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε την Κυριακή
Εν μέσω τίτλων των ειδήσεων που κυριαρχούσαν για την 20η επέτειο της επανένωσης της Γερμανίας, η χώρα κρυφά σχεδόν εξόφλησε την τελευταία δόση των αποζημιώσεων εκείνων που της επιβλήθηκαν με τη Συνθήκη της Ειρήνευσης των Βερσαλλιών, πάνω από 92 χρόνια πριν.

«Είναι ένα σύμβολο. Σηματοδοτεί το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου», λέει η Ursula Rombeck-Jaschinski,  καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο Heinrich-Heine στο Πανεπιστήμιο του Ντίσελντορφ. “Αυτό δείχνει ότι η Γερμανία είναι διατεθειμένη να εξοφλήσει τα χρέη της μετά από 92 χρόνια. Το πιο σημαντικό, δείχνει επίσης ότι η Γερμανία είναι σήμερα μια εντελώς διαφορετική η Γερμανία από ότι ήταν τη δεκαετία του 1920 και του 1930.”
Σήμερα η Γερμανία έχει μια ισχυρή οικονομία και αποτελεί πρότυπο της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, μακριά από την υπερχρεωμένη χώρα που κάποτε κάλπαζε ο πληθωρισμός και καταπιεζόταν από τους πιστωτές. Ενώ ταυτόχρονα ήταν η τελευταία πληρωμή που συνδέεται με τις αποζημιώσεις και που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη εδώ, αλλά για μερικούς Γερμανούς και πολλούς ιστορικούς χαρακτηρίστηκε το συμβολικό κλείσιμο μιας εξαιρετικά αμφιλεγόμενης συνθήκης που έληξε έναν πόλεμο και έθεσε τα θεμέλια ενός άλλου.
Οι σπόροι της ανόδου του Χίτλερ
Στη λεγόμενη “ρήτρα ενοχής” της Συνθήκης των Βερσαλλιών του 1919 τοποθετείται η πλήρης ευθύνη για τον πόλεμο στη Γερμανία που τη καταδίκασε με αποζημιώσεις ύψους 132 000 000 000 γερμανικών μάρκων (περίπου 400 δισεκατομμύρια σε σημερινά δολάρια). Το χρέος τροφοδότησε έναν κύκλο του υπερπληθωρισμού που ώθησε τη Γερμανία στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης.
Μέχρι που το 1931, η διεθνής κοινότητα είχε ακυρώσει τα χρέη της Γερμανίας. Μέχρι τότε η χώρα είχε ήδη πληρώσει 23 δισεκατομμύρια χρυσά μάρκα, ή 17% των αιτημάτων των Βερσαλλιών, και ακόμα έπρεπε να επιστρέψει τα ομόλογα που είχε εκδώσει το 1920 για να αυξήσουν τα μετρητά των αποζημιώσεων. Το χρέος συνέχισε να τροφοδοτεί βαθιά αισθήματα εχθρότητας, τα οποία ο Αδόλφος Χίτλερ αξιοποίησε για τον εαυτό του καταλαμβάνοντας την εξουσία το 1934.
“Τίποτα δεν έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο στη ναζιστική προπαγάνδα από την άρνηση των Βερσαλλιών και την υπόσχεση να επιστρέψουν τα σχετικά με τη Συνθήκη”, λέει ο Gerd Krumeich του πανεπιστημίου του Ντίσελντορφ, ιστορικός του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου. “Αυτό έδωσε αφορμή για μια εκστρατεία προπαγάνδας και του μίσους.”
“Χωρίς τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, η πορεία της γερμανικής ιστορίας θα ήταν εντελώς διαφορετική,” συμφωνεί ο Carl-Ludwig Holtfrerich του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου. “Αυτό ήταν ένα μάθημα που οι Αμερικανοί έλαβαν υπόψιν τους και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τάχθηκαν προς μια νέα παγκόσμια τάξη όπου οι αποζημιώσεις ήταν εκτός συζήτησης.”
Η πληρωμή, ένα βήμα προς την ομαλοποίηση
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία άρχισε και πάλι να ψάχνει οικονομική ενίσχυση για την αποκατάσταση της από τον πόλεμο του έθνους. Ως ένας τρόπος για να καθησυχάσει τους επενδυτές, ο Καγκελάριος Konrad Adenauer, με μια καινοτομία το 1953 στο Λονδίνο, δέσμευσε τη νεοσύστατη Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας να επαναδιαπραγματευτεί το προπολεμικό υπόλοιπο του χρέους από τις Βερσαλίες.
“Η Γερμανία ήθελε να αποδείξει στον κόσμο ότι επρόκειτο να είναι ένα απόλυτα αξιόπιστο δανειολήπτης. Είχε ανάγκη φρέσκου χρήματος, και θα μπορούσε να πάρει μόνο φρέσκο χρήμα, αν εξοφλούσε το παλαιό χρέος της”, λέει ο Rombeck-Jaschinksi. “Αυτή ήταν η βάση για το «Wirtschaftswunder» της Γερμανίας [το οικονομικό θαύμα]. Ήταν σημαντικό για την επανένταξη της Γερμανίας στο δυτικό κόσμο.”
Αλλά ο Καγκελάριος Αντενάουερ, επίσης, υποστήριξε ότι ο τόκος πάνω σε ομόλογα του εξωτερικού που εκτείνονταν μεταξύ των ετών 1949 και 1952 θα πρέπει να καταβληθούν από το σύνολο της χώρας (δηλαδή και των Ανατολικών) – και όχι μόνο Δυτική τη Γερμανία – πράγμα που σήμαινε ότι οι πληρωμές αυτές θα πρέπει να καταβληθούν μόνο αφού η Γερμανία επανενωθεί..
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, το χρέος από τη σύμβαση του Λονδίνου είχε μειωθεί και η Γερμανία είχαν προβεί στην επιστροφή των ομολόγων της. Την Κυριακή, η γερμανική κυβέρνηση κατέβαλε σε ξένους επενδυτές 94 εκατομμυρίων δολαρίων στην 20ή και τελευταία δόση των πληρωμών για τόκους επί αυτών των ομολόγων, αν και μια ομάδα Αμερικανών επενδυτών έχουν ξεκινήσει αγωγές, υποστηρίζοντας ότι τους οφείλονται ακόμα χρήματα που σχετίζονται με τα ομόλογα.
Μια νέα Η Γερμανία
Εάν και η είδηση παραπάνω τράβηξε το ενδιαφέρον στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία και την Αγγλία, έκανε μόλις και μετά βίας τίτλους στη Γερμανία. Εκτός από την λάτρεις της ιστορίας, λίγοι εδώ ακόμα και σήμερα γνωρίζουν για τα Συνθήκη των Βερσαλλιών.
Και ίσως αυτό είναι το καλύτερο, λέει ο καθηγητής Holtfrerich.
“Το ζήτημα των αποζημιώσεων ήταν τόσο καυτό πολιτικά την περίοδο μεταξύ των δυο πολέμων που πιστεύω ότι πρέπει κανείς να διατηρήσουμε αυτές τις παλιές πληγές κλειστές, ιδίως χάριν των γαλλο-γερμανικών σχέσεων”, λέει. “Το μάθημα που ήταν η δημιουργία μιας ενωμένης Ευρώπης μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο ότι θα πρέπει να αποτραπεί κάθε άλλος πόλεμος. Νομίζω ότι το μάθημα έχει γίνει μάθημα.”
Ο Rombeck-Jaschinks λέει ότι η Συνθήκη των Βερσαλλιών είχε υπογραφεί πολύ παλιά οι περισσότεροι ανθρώποι να τη θυμούνται. Ίσως, όμως, προσθέτει, η τελευταία «ρήτρα ενοχής” καταβολή μπορεί να χρησιμεύσει ως υπενθύμιση για τους Γερμανούς το πόσο μακριά η χώρα τους έχει φτάσει τον τελευταίο αιώνα.
«Είναι σημαντικό για την εξομάλυνση μας», λέει. «Γνωρίζουμε ότι μετά την επανένωση, έχουμε την πλήρη κυριαρχία μας. Βήμα προς βήμα, γίναμε μια κατάσταση αποδεκτή από τους γείτονές μας, ένα δημοκρατικό κράτος.”
Από το παραπάνω άρθρο εξάγονται τα εξής προς χρήση στοιχεία!
1. Από τη στιγμή που μόλις τακτοποιήθηκαν  υποθέσεις του Α’ ΠΠ, καταρρίπτεται (αν και ποτέ δεν ευσταθούσε) ο ισχυρισμός της Γερμανίας για την μετά από τόσα χρόνια απαίτηση της Ελλάδας των αποζημιώσεων κατοχής. (Δεν μιλάμε για το κατοχικό δάνειο, το οποίο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί!) Εάν δεν εμπλέκεται και η Ελληνική κυβέρνηση σε αυτή την δουλική και παθητική στάση, τότε οι διπλωμάτες της χώρας εμπλέκονται!
2. Γιατί η Γερμανία το κράτησε κρυφό από το λαό της; Επειδή η Ναζιστική περίοδος αποτελεί ταμπού ακόμα στη Γερμανία ή μήπως μια πιθανή δημιουργία δικαστικού προηγούμενου μπορεί να την διαλύσει οικονομικά; Μήπως φοβάται η Μέρκελ ένα κύμα διεκδικούμενων αιτημάτων αποζημιώσεων με νομική ισχύ στο μέλλον; Η ακόμα μήπως για να πολώνει την κατάσταση;
3.  Φανερώνεται ότι υπάρχουν και άλλοι διεκδικητές χρημάτων από την Γερμανία του 2ου ΠΠ, που αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να παραιτηθεί από καμία διεκδίκηση οποιουδήποτε τύπου, καθώς η εξέλιξη της εκδίκασης των άλλων αγωγών κατά της Γερμανίας μπορεί να ανατρέψουν το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο! Αρκετά κορόιδα δεν έχουμε πιαστεί;
4. Υπάρχει περίπτωση να μαγειρεύεται κάτι μεγαλύτερο από ότι γνωρίζουμε;
5. Τι σχέση μπορεί να έχει η έκδοση απόφασης του συνταγματικού δικαστηρίου της Γερμανίας του δανεισμού της Ελλάδας με τις μελλοντικές διακρατικές συνομιλίες -που θα οδηγηθούν Ελλάδα και Γερμανία- για τη αποπληρωμή του κατοχικού δανείου;
6. Τι σχέση μπορεί να έχει με το θέμα και η Τουρκοελληνική πόλωση; (αφού η Τουρκία λειτούργησε και στο παρελθόν εκ μέρους της Γερμανίας)
7. Τις συνθήκες και το περιβάλλον που ανέδειξαν το Χίτλερ στη Γερμανία προσπαθεί να τα καλλιεργήσει η Γερμανία τώρα στην Ελλάδα! Μήπως ψάχνουμε σε λάθος πρόσωπο τον αίτιο της εφαρμογής των αρχών της προπαγάνδας, Εξαχρείωση, Αποσταθεροποίηση, Κρίση, Ομαλοποίηση; Μήπως η Γερμανία και το όλο σινάφι των αδερφών μας Ευρωπαίων, που δανείζονται με 2 για να μας δανείσουν με 5, έχουν αρχίσει να μας κόβουν κομμάτια ήδη και μεις δεν το έχουμε πάρει ακόμα χαμπάρι; Ή μήπως να είμαστε ήσυχοι γιατί η κυβέρνησή μας δεν θα μας πούλαγε ποτέ;
Ο λαός της Γερμανίας έχει μαύρα μεσάνυχτα και υπόκεινται στην καλλιέργεια ενός κλίματος πόλωσης. Ένας πολυπληθής λαός ενός ισχυρού έθνους πολώνεται έναντι ένα μικρό λαό. 
Όσοι είναι σε θέση να τους ενημερώσουν, οφείλουν να το Την Δευτέρα 4/10/2010 δημοσιεύτηκε άρθρο στο  The Christian Science Monitor με τίτλο:
Λίγοι άνθρωποι στη Γερμανία αντιλήφθηκαν την Κυριακή, την τελική καταβολή αποζημιώσεων της χώρας ύψους 94 εκατομμυρίων δολαρίων για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μερικοί ιστορικοί λένε ότι είναι για το καλύτερο.
Της Isabelle de Pommereau, Ανταποκρίτριας / 4 Οκτωβρίου, 2010
Φρανκφούρτη
Για κάποιους ιστορικούς, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε την Κυριακή
Εν μέσω τίτλων των ειδήσεων που κυριαρχούσαν για την 20η επέτειο της επανένωσης της Γερμανίας, η χώρα κρυφά σχεδόν εξόφλησε την τελευταία δόση των αποζημιώσεων εκείνων που της επιβλήθηκαν με τη Συνθήκη της Ειρήνευσης των Βερσαλλιών, πάνω από 92 χρόνια πριν.

«Είναι ένα σύμβολο. Σηματοδοτεί το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου», λέει η Ursula Rombeck-Jaschinski,  καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο Heinrich-Heine στο Πανεπιστήμιο του Ντίσελντορφ. “Αυτό δείχνει ότι η Γερμανία είναι διατεθειμένη να εξοφλήσει τα χρέη της μετά από 92 χρόνια. Το πιο σημαντικό, δείχνει επίσης ότι η Γερμανία είναι σήμερα μια εντελώς διαφορετική η Γερμανία από ότι ήταν τη δεκαετία του 1920 και του 1930.”
Σήμερα η Γερμανία έχει μια ισχυρή οικονομία και αποτελεί πρότυπο της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, μακριά από την υπερχρεωμένη χώρα που κάποτε κάλπαζε ο πληθωρισμός και καταπιεζόταν από τους πιστωτές. Ενώ ταυτόχρονα ήταν η τελευταία πληρωμή που συνδέεται με τις αποζημιώσεις και που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη εδώ, αλλά για μερικούς Γερμανούς και πολλούς ιστορικούς χαρακτηρίστηκε το συμβολικό κλείσιμο μιας εξαιρετικά αμφιλεγόμενης συνθήκης που έληξε έναν πόλεμο και έθεσε τα θεμέλια ενός άλλου.
Οι σπόροι της ανόδου του Χίτλερ
Στη λεγόμενη “ρήτρα ενοχής” της Συνθήκης των Βερσαλλιών του 1919 τοποθετείται η πλήρης ευθύνη για τον πόλεμο στη Γερμανία που τη καταδίκασε με αποζημιώσεις ύψους 132 000 000 000 γερμανικών μάρκων (περίπου 400 δισεκατομμύρια σε σημερινά δολάρια). Το χρέος τροφοδότησε έναν κύκλο του υπερπληθωρισμού που ώθησε τη Γερμανία στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης.
Μέχρι που το 1931, η διεθνής κοινότητα είχε ακυρώσει τα χρέη της Γερμανίας. Μέχρι τότε η χώρα είχε ήδη πληρώσει 23 δισεκατομμύρια χρυσά μάρκα, ή 17% των αιτημάτων των Βερσαλλιών, και ακόμα έπρεπε να επιστρέψει τα ομόλογα που είχε εκδώσει το 1920 για να αυξήσουν τα μετρητά των αποζημιώσεων. Το χρέος συνέχισε να τροφοδοτεί βαθιά αισθήματα εχθρότητας, τα οποία ο Αδόλφος Χίτλερ αξιοποίησε για τον εαυτό του καταλαμβάνοντας την εξουσία το 1934.
“Τίποτα δεν έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο στη ναζιστική προπαγάνδα από την άρνηση των Βερσαλλιών και την υπόσχεση να επιστρέψουν τα σχετικά με τη Συνθήκη”, λέει ο Gerd Krumeich του πανεπιστημίου του Ντίσελντορφ, ιστορικός του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου. “Αυτό έδωσε αφορμή για μια εκστρατεία προπαγάνδας και του μίσους.”
“Χωρίς τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, η πορεία της γερμανικής ιστορίας θα ήταν εντελώς διαφορετική,” συμφωνεί ο Carl-Ludwig Holtfrerich του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου. “Αυτό ήταν ένα μάθημα που οι Αμερικανοί έλαβαν υπόψιν τους και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τάχθηκαν προς μια νέα παγκόσμια τάξη όπου οι αποζημιώσεις ήταν εκτός συζήτησης.”
Η πληρωμή, ένα βήμα προς την ομαλοποίηση
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία άρχισε και πάλι να ψάχνει οικονομική ενίσχυση για την αποκατάσταση της από τον πόλεμο του έθνους. Ως ένας τρόπος για να καθησυχάσει τους επενδυτές, ο Καγκελάριος Konrad Adenauer, με μια καινοτομία το 1953 στο Λονδίνο, δέσμευσε τη νεοσύστατη Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας να επαναδιαπραγματευτεί το προπολεμικό υπόλοιπο του χρέους από τις Βερσαλίες.
“Η Γερμανία ήθελε να αποδείξει στον κόσμο ότι επρόκειτο να είναι ένα απόλυτα αξιόπιστο δανειολήπτης. Είχε ανάγκη φρέσκου χρήματος, και θα μπορούσε να πάρει μόνο φρέσκο χρήμα, αν εξοφλούσε το παλαιό χρέος της”, λέει ο Rombeck-Jaschinksi. “Αυτή ήταν η βάση για το «Wirtschaftswunder» της Γερμανίας [το οικονομικό θαύμα]. Ήταν σημαντικό για την επανένταξη της Γερμανίας στο δυτικό κόσμο.”
Αλλά ο Καγκελάριος Αντενάουερ, επίσης, υποστήριξε ότι ο τόκος πάνω σε ομόλογα του εξωτερικού που εκτείνονταν μεταξύ των ετών 1949 και 1952 θα πρέπει να καταβληθούν από το σύνολο της χώρας (δηλαδή και των Ανατολικών) – και όχι μόνο Δυτική τη Γερμανία – πράγμα που σήμαινε ότι οι πληρωμές αυτές θα πρέπει να καταβληθούν μόνο αφού η Γερμανία επανενωθεί..
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, το χρέος από τη σύμβαση του Λονδίνου είχε μειωθεί και η Γερμανία είχαν προβεί στην επιστροφή των ομολόγων της. Την Κυριακή, η γερμανική κυβέρνηση κατέβαλε σε ξένους επενδυτές 94 εκατομμυρίων δολαρίων στην 20ή και τελευταία δόση των πληρωμών για τόκους επί αυτών των ομολόγων, αν και μια ομάδα Αμερικανών επενδυτών έχουν ξεκινήσει αγωγές, υποστηρίζοντας ότι τους οφείλονται ακόμα χρήματα που σχετίζονται με τα ομόλογα.
Μια νέα Η Γερμανία
Εάν και η είδηση παραπάνω τράβηξε το ενδιαφέρον στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία και την Αγγλία, έκανε μόλις και μετά βίας τίτλους στη Γερμανία. Εκτός από την λάτρεις της ιστορίας, λίγοι εδώ ακόμα και σήμερα γνωρίζουν για τα Συνθήκη των Βερσαλλιών.
Και ίσως αυτό είναι το καλύτερο, λέει ο καθηγητής Holtfrerich.
“Το ζήτημα των αποζημιώσεων ήταν τόσο καυτό πολιτικά την περίοδο μεταξύ των δυο πολέμων που πιστεύω ότι πρέπει κανείς να διατηρήσουμε αυτές τις παλιές πληγές κλειστές, ιδίως χάριν των γαλλο-γερμανικών σχέσεων”, λέει. “Το μάθημα που ήταν η δημιουργία μιας ενωμένης Ευρώπης μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο ότι θα πρέπει να αποτραπεί κάθε άλλος πόλεμος. Νομίζω ότι το μάθημα έχει γίνει μάθημα.”
Ο Rombeck-Jaschinks λέει ότι η Συνθήκη των Βερσαλλιών είχε υπογραφεί πολύ παλιά οι περισσότεροι ανθρώποι να τη θυμούνται. Ίσως, όμως, προσθέτει, η τελευταία «ρήτρα ενοχής” καταβολή μπορεί να χρησιμεύσει ως υπενθύμιση για τους Γερμανούς το πόσο μακριά η χώρα τους έχει φτάσει τον τελευταίο αιώνα.
«Είναι σημαντικό για την εξομάλυνση μας», λέει. «Γνωρίζουμε ότι μετά την επανένωση, έχουμε την πλήρη κυριαρχία μας. Βήμα προς βήμα, γίναμε μια κατάσταση αποδεκτή από τους γείτονές μας, ένα δημοκρατικό κράτος.”
Από το παραπάνω άρθρο εξάγονται τα εξής προς χρήση στοιχεία!
1. Από τη στιγμή που μόλις τακτοποιήθηκαν  υποθέσεις του Α’ ΠΠ, καταρρίπτεται (αν και ποτέ δεν ευσταθούσε) ο ισχυρισμός της Γερμανίας για την μετά από τόσα χρόνια απαίτηση της Ελλάδας των αποζημιώσεων κατοχής. (Δεν μιλάμε για το κατοχικό δάνειο, το οποίο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί!) Εάν δεν εμπλέκεται και η Ελληνική κυβέρνηση σε αυτή την δουλική και παθητική στάση, τότε οι διπλωμάτες της χώρας εμπλέκονται!
2. Γιατί η Γερμανία το κράτησε κρυφό από το λαό της; Επειδή η Ναζιστική περίοδος αποτελεί ταμπού ακόμα στη Γερμανία ή μήπως μια πιθανή δημιουργία δικαστικού προηγούμενου μπορεί να την διαλύσει οικονομικά; Μήπως φοβάται η Μέρκελ ένα κύμα διεκδικούμενων αιτημάτων αποζημιώσεων με νομική ισχύ στο μέλλον; Η ακόμα μήπως για να πολώνει την κατάσταση;
3.  Φανερώνεται ότι υπάρχουν και άλλοι διεκδικητές χρημάτων από την Γερμανία του 2ου ΠΠ, που αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να παραιτηθεί από καμία διεκδίκηση οποιουδήποτε τύπου, καθώς η εξέλιξη της εκδίκασης των άλλων αγωγών κατά της Γερμανίας μπορεί να ανατρέψουν το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο! Αρκετά κορόιδα δεν έχουμε πιαστεί;
4. Υπάρχει περίπτωση να μαγειρεύεται κάτι μεγαλύτερο από ότι γνωρίζουμε;
5. Τι σχέση μπορεί να έχει η έκδοση απόφασης του συνταγματικού δικαστηρίου της Γερμανίας του δανεισμού της Ελλάδας με τις μελλοντικές διακρατικές συνομιλίες -που θα οδηγηθούν Ελλάδα και Γερμανία- για τη αποπληρωμή του κατοχικού δανείου;
6. Τι σχέση μπορεί να έχει με το θέμα και η Τουρκοελληνική πόλωση; (αφού η Τουρκία λειτούργησε και στο παρελθόν εκ μέρους της Γερμανίας)
7. Τις συνθήκες και το περιβάλλον που ανέδειξαν το Χίτλερ στη Γερμανία προσπαθεί να τα καλλιεργήσει η Γερμανία τώρα στην Ελλάδα! Μήπως ψάχνουμε σε λάθος πρόσωπο τον αίτιο της εφαρμογής των αρχών της προπαγάνδας, Εξαχρείωση, Αποσταθεροποίηση, Κρίση, Ομαλοποίηση; Μήπως η Γερμανία και το όλο σινάφι των αδερφών μας Ευρωπαίων, που δανείζονται με 2 για να μας δανείσουν με 5, έχουν αρχίσει να μας κόβουν κομμάτια ήδη και μεις δεν το έχουμε πάρει ακόμα χαμπάρι; Ή μήπως να είμαστε ήσυχοι γιατί η κυβέρνησή μας δεν θα μας πούλαγε ποτέ;
Ο λαός της Γερμανίας έχει μαύρα μεσάνυχτα και υπόκεινται στην καλλιέργεια ενός κλίματος πόλωσης. Ένας πολυπληθής λαός ενός ισχυρού έθνους πολώνεται έναντι ένα μικρό λαό. 
Όσοι είναι σε θέση να τους ενημερώσουν, οφείλουν να το Την Δευτέρα 4/10/2010 δημοσιεύτηκε άρθρο στο  The Christian Science Monitor με τίτλο:
Λίγοι άνθρωποι στη Γερμανία αντιλήφθηκαν την Κυριακή, την τελική καταβολή αποζημιώσεων της χώρας ύψους 94 εκατομμυρίων δολαρίων για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μερικοί ιστορικοί λένε ότι είναι για το καλύτερο.
Της Isabelle de Pommereau, Ανταποκρίτριας / 4 Οκτωβρίου, 2010
Φρανκφούρτη
Για κάποιους ιστορικούς, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε την Κυριακή
Εν μέσω τίτλων των ειδήσεων που κυριαρχούσαν για την 20η επέτειο της επανένωσης της Γερμανίας, η χώρα κρυφά σχεδόν εξόφλησε την τελευταία δόση των αποζημιώσεων εκείνων που της επιβλήθηκαν με τη Συνθήκη της Ειρήνευσης των Βερσαλλιών, πάνω από 92 χρόνια πριν.

«Είναι ένα σύμβολο. Σηματοδοτεί το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου», λέει η Ursula Rombeck-Jaschinski,  καθηγητής σύγχρονης ιστορίας στο Heinrich-Heine στο Πανεπιστήμιο του Ντίσελντορφ. “Αυτό δείχνει ότι η Γερμανία είναι διατεθειμένη να εξοφλήσει τα χρέη της μετά από 92 χρόνια. Το πιο σημαντικό, δείχνει επίσης ότι η Γερμανία είναι σήμερα μια εντελώς διαφορετική η Γερμανία από ότι ήταν τη δεκαετία του 1920 και του 1930.”
Σήμερα η Γερμανία έχει μια ισχυρή οικονομία και αποτελεί πρότυπο της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, μακριά από την υπερχρεωμένη χώρα που κάποτε κάλπαζε ο πληθωρισμός και καταπιεζόταν από τους πιστωτές. Ενώ ταυτόχρονα ήταν η τελευταία πληρωμή που συνδέεται με τις αποζημιώσεις και που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη εδώ, αλλά για μερικούς Γερμανούς και πολλούς ιστορικούς χαρακτηρίστηκε το συμβολικό κλείσιμο μιας εξαιρετικά αμφιλεγόμενης συνθήκης που έληξε έναν πόλεμο και έθεσε τα θεμέλια ενός άλλου.
Οι σπόροι της ανόδου του Χίτλερ
Στη λεγόμενη “ρήτρα ενοχής” της Συνθήκης των Βερσαλλιών του 1919 τοποθετείται η πλήρης ευθύνη για τον πόλεμο στη Γερμανία που τη καταδίκασε με αποζημιώσεις ύψους 132 000 000 000 γερμανικών μάρκων (περίπου 400 δισεκατομμύρια σε σημερινά δολάρια). Το χρέος τροφοδότησε έναν κύκλο του υπερπληθωρισμού που ώθησε τη Γερμανία στο χείλος της οικονομικής κατάρρευσης.
Μέχρι που το 1931, η διεθνής κοινότητα είχε ακυρώσει τα χρέη της Γερμανίας. Μέχρι τότε η χώρα είχε ήδη πληρώσει 23 δισεκατομμύρια χρυσά μάρκα, ή 17% των αιτημάτων των Βερσαλλιών, και ακόμα έπρεπε να επιστρέψει τα ομόλογα που είχε εκδώσει το 1920 για να αυξήσουν τα μετρητά των αποζημιώσεων. Το χρέος συνέχισε να τροφοδοτεί βαθιά αισθήματα εχθρότητας, τα οποία ο Αδόλφος Χίτλερ αξιοποίησε για τον εαυτό του καταλαμβάνοντας την εξουσία το 1934.
“Τίποτα δεν έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο στη ναζιστική προπαγάνδα από την άρνηση των Βερσαλλιών και την υπόσχεση να επιστρέψουν τα σχετικά με τη Συνθήκη”, λέει ο Gerd Krumeich του πανεπιστημίου του Ντίσελντορφ, ιστορικός του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου. “Αυτό έδωσε αφορμή για μια εκστρατεία προπαγάνδας και του μίσους.”
“Χωρίς τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, η πορεία της γερμανικής ιστορίας θα ήταν εντελώς διαφορετική,” συμφωνεί ο Carl-Ludwig Holtfrerich του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου. “Αυτό ήταν ένα μάθημα που οι Αμερικανοί έλαβαν υπόψιν τους και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τάχθηκαν προς μια νέα παγκόσμια τάξη όπου οι αποζημιώσεις ήταν εκτός συζήτησης.”
Η πληρωμή, ένα βήμα προς την ομαλοποίηση
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία άρχισε και πάλι να ψάχνει οικονομική ενίσχυση για την αποκατάσταση της από τον πόλεμο του έθνους. Ως ένας τρόπος για να καθησυχάσει τους επενδυτές, ο Καγκελάριος Konrad Adenauer, με μια καινοτομία το 1953 στο Λονδίνο, δέσμευσε τη νεοσύστατη Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας να επαναδιαπραγματευτεί το προπολεμικό υπόλοιπο του χρέους από τις Βερσαλίες.
“Η Γερμανία ήθελε να αποδείξει στον κόσμο ότι επρόκειτο να είναι ένα απόλυτα αξιόπιστο δανειολήπτης. Είχε ανάγκη φρέσκου χρήματος, και θα μπορούσε να πάρει μόνο φρέσκο χρήμα, αν εξοφλούσε το παλαιό χρέος της”, λέει ο Rombeck-Jaschinksi. “Αυτή ήταν η βάση για το «Wirtschaftswunder» της Γερμανίας [το οικονομικό θαύμα]. Ήταν σημαντικό για την επανένταξη της Γερμανίας στο δυτικό κόσμο.”
Αλλά ο Καγκελάριος Αντενάουερ, επίσης, υποστήριξε ότι ο τόκος πάνω σε ομόλογα του εξωτερικού που εκτείνονταν μεταξύ των ετών 1949 και 1952 θα πρέπει να καταβληθούν από το σύνολο της χώρας (δηλαδή και των Ανατολικών) – και όχι μόνο Δυτική τη Γερμανία – πράγμα που σήμαινε ότι οι πληρωμές αυτές θα πρέπει να καταβληθούν μόνο αφού η Γερμανία επανενωθεί..
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, το χρέος από τη σύμβαση του Λονδίνου είχε μειωθεί και η Γερμανία είχαν προβεί στην επιστροφή των ομολόγων της. Την Κυριακή, η γερμανική κυβέρνηση κατέβαλε σε ξένους επενδυτές 94 εκατομμυρίων δολαρίων στην 20ή και τελευταία δόση των πληρωμών για τόκους επί αυτών των ομολόγων, αν και μια ομάδα Αμερικανών επενδυτών έχουν ξεκινήσει αγωγές, υποστηρίζοντας ότι τους οφείλονται ακόμα χρήματα που σχετίζονται με τα ομόλογα.
Μια νέα Η Γερμανία
Εάν και η είδηση παραπάνω τράβηξε το ενδιαφέρον στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία και την Αγγλία, έκανε μόλις και μετά βίας τίτλους στη Γερμανία. Εκτός από την λάτρεις της ιστορίας, λίγοι εδώ ακόμα και σήμερα γνωρίζουν για τα Συνθήκη των Βερσαλλιών.
Και ίσως αυτό είναι το καλύτερο, λέει ο καθηγητής Holtfrerich.
“Το ζήτημα των αποζημιώσεων ήταν τόσο καυτό πολιτικά την περίοδο μεταξύ των δυο πολέμων που πιστεύω ότι πρέπει κανείς να διατηρήσουμε αυτές τις παλιές πληγές κλειστές, ιδίως χάριν των γαλλο-γερμανικών σχέσεων”, λέει. “Το μάθημα που ήταν η δημιουργία μιας ενωμένης Ευρώπης μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο ότι θα πρέπει να αποτραπεί κάθε άλλος πόλεμος. Νομίζω ότι το μάθημα έχει γίνει μάθημα.”
Ο Rombeck-Jaschinks λέει ότι η Συνθήκη των Βερσαλλιών είχε υπογραφεί πολύ παλιά οι περισσότεροι ανθρώποι να τη θυμούνται. Ίσως, όμως, προσθέτει, η τελευταία «ρήτρα ενοχής” καταβολή μπορεί να χρησιμεύσει ως υπενθύμιση για τους Γερμανούς το πόσο μακριά η χώρα τους έχει φτάσει τον τελευταίο αιώνα.
«Είναι σημαντικό για την εξομάλυνση μας», λέει. «Γνωρίζουμε ότι μετά την επανένωση, έχουμε την πλήρη κυριαρχία μας. Βήμα προς βήμα, γίναμε μια κατάσταση αποδεκτή από τους γείτονές μας, ένα δημοκρατικό κράτος.”
Από το παραπάνω άρθρο εξάγονται τα εξής προς χρήση στοιχεία!
1. Από τη στιγμή που μόλις τακτοποιήθηκαν  υποθέσεις του Α’ ΠΠ, καταρρίπτεται (αν και ποτέ δεν ευσταθούσε) ο ισχυρισμός της Γερμανίας για την μετά από τόσα χρόνια απαίτηση της Ελλάδας των αποζημιώσεων κατοχής. (Δεν μιλάμε για το κατοχικό δάνειο, το οποίο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί!) Εάν δεν εμπλέκεται και η Ελληνική κυβέρνηση σε αυτή την δουλική και παθητική στάση, τότε οι διπλωμάτες της χώρας εμπλέκονται!
2. Γιατί η Γερμανία το κράτησε κρυφό από το λαό της; Επειδή η Ναζιστική περίοδος αποτελεί ταμπού ακόμα στη Γερμανία ή μήπως μια πιθανή δημιουργία δικαστικού προηγούμενου μπορεί να την διαλύσει οικονομικά; Μήπως φοβάται η Μέρκελ ένα κύμα διεκδικούμενων αιτημάτων αποζημιώσεων με νομική ισχύ στο μέλλον; Η ακόμα μήπως για να πολώνει την κατάσταση;
3.  Φανερώνεται ότι υπάρχουν και άλλοι διεκδικητές χρημάτων από την Γερμανία του 2ου ΠΠ, που αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να παραιτηθεί από καμία διεκδίκηση οποιουδήποτε τύπου, καθώς η εξέλιξη της εκδίκασης των άλλων αγωγών κατά της Γερμανίας μπορεί να ανατρέψουν το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο! Αρκετά κορόιδα δεν έχουμε πιαστεί;
4. Υπάρχει περίπτωση να μαγειρεύεται κάτι μεγαλύτερο από ότι γνωρίζουμε;
5. Τι σχέση μπορεί να έχει η έκδοση απόφασης του συνταγματικού δικαστηρίου της Γερμανίας του δανεισμού της Ελλάδας με τις μελλοντικές διακρατικές συνομιλίες -που θα οδηγηθούν Ελλάδα και Γερμανία- για τη αποπληρωμή του κατοχικού δανείου;
6. Τι σχέση μπορεί να έχει με το θέμα και η Τουρκοελληνική πόλωση; (αφού η Τουρκία λειτούργησε και στο παρελθόν εκ μέρους της Γερμανίας)
7. Τις συνθήκες και το περιβάλλον που ανέδειξαν το Χίτλερ στη Γερμανία προσπαθεί να τα καλλιεργήσει η Γερμανία τώρα στην Ελλάδα! Μήπως ψάχνουμε σε λάθος πρόσωπο τον αίτιο της εφαρμογής των αρχών της προπαγάνδας, Εξαχρείωση, Αποσταθεροποίηση, Κρίση, Ομαλοποίηση; Μήπως η Γερμανία και το όλο σινάφι των αδερφών μας Ευρωπαίων, που δανείζονται με 2 για να μας δανείσουν με 5, έχουν αρχίσει να μας κόβουν κομμάτια ήδη και μεις δεν το έχουμε πάρει ακόμα χαμπάρι; Ή μήπως να είμαστε ήσυχοι γιατί η κυβέρνησή μας δεν θα μας πούλαγε ποτέ;
Ο λαός της Γερμανίας έχει μαύρα μεσάνυχτα και υπόκεινται στην καλλιέργεια ενός κλίματος πόλωσης. Ένας πολυπληθής λαός ενός ισχυρού έθνους πολώνεται έναντι ένα μικρό λαό. 
Όσοι είναι σε θέση να τους ενημερώσουν, οφείλουν να το κάνουν.